Όπως είδαμε, στις πατριαρχικές κουλτούρες η αρρενωπότητα χτίζεται σε αντίθεση με τη θηλυκότητα, δηλαδή «μια απόρριψη των ιδιοτήτων που σχετίζονται με την παροχή στήριξης και στοργής».
Ο Kaufman υποστηρίζει ότι «αυτό δημιουργεί άκαμπτα εμπόδια στο εγώ, ή, με μεταφορικούς όρους, μια ισχυρή πανοπλία».
Καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «το αποτέλεσμα αυτής της περίπλοκης και ιδιαίτερης διαδικασίας ψυχολογικής ανάπτυξης είναι μια μειωμένη ικανότητα ενσυναίσθησης (να βιώνει κανείς αυτό που νιώθουν οι άλλοι) και μια αδυναμία να βιώσει τις ανάγκες και τα συναισθήματα των άλλων και πώς ίσως να σχετίζονται με τα δικά του. Επομένως, είναι πιθανές οι πράξεις βίας εναντίον ενός άλλου ατόμου».
3.6. Το έκτο «Π»: Αρρενωπότητα ως Ψυχική Πίεση
Ο Kaufman μας λέει ότι, «είναι αρκετά χαρακτηριστικό για τα αγόρια να μαθαίνουν από μικρή ηλικία να καταπιέζουν τα συναισθήματα φόβου και πόνου. Στο γήπεδο διδάσκουμε στα αγόρια να αγνοούν τον πόνο. Στο σπίτι λέμε στα αγόρια να μην κλαίνε και να συμπεριφέρονται σαν άντρες».